ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΙΜΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΤΕΦΑΝΟ ΣΤΕΦΑΝΟΥ, ΟΜΙΛΙΑ ΑΡΙΣΤΕΙΔΗ ΜΑΝΩΛΑΚΟΥ

Αριστείδης Μανωλάκος

 Το «ιντερμέδιο» του Στέφανου Στεφάνου σε λόγο προφορικό και συμπληρωματικό

                                                                                               

Αγαπητοί φίλοι,

Μου έλαχε ο κλήρος από τους παλαιούς να μιλήσω για τον Στέφανο που πριν από ενάμισι χρόνο έφυγε και πάντα είναι ζωντανός. Συμπορευθήκαμε 55 χρόνια και τον ευχαριστώ για όσα έμαθα σ’ αυτή τη διαδρομή που κράτησε ώς τα κράσπεδα της ανανέωσης και του ριζοσπαστισμού. Ο ίδιος έλεγε ότι η γενιά μας του ’60 του έμαθε να «βαδίζει στους νέους δρόμους του κινήματος». Ευχαριστώ και τόσους άλλους της μεγάλης συντροφιάς του Στέφανου. Από ’δω που κάθομαι βλέπω μπροστά μου τον Τάκη τον Μπενά, πιο πίσω την επονίτικη  ομάδα του έτους μας στη Νομική  του ’56, τον Κωστή Ρούσσο, τον Γιώργο Βότση, τον Γιώργο Χατζόπουλο, δίπλα μαζί τους, από το προεδρείο της Νεολαίας, τον Τάσο Τρίκκα και τον Κώστα Τσουράκη και παραδίπλα τον υπεύθυνο της ύστερης ΕΠΟΝ, που άλλαξε καθοριστικά την πορεία της μετά το ’54, τον Αντώνη τον Συγγελάκη. Στο βάθος αριστερά −μόλις ήρθε− τον Παντελή τον Μπουκάλα από τους νεότερους, που, όπως λέει, στον Στέφανο και σε κάποιους από εμάς χρωστάει τη «χαοτική αριστεροσύνη» του.

Ευχαριστώ τον Μίκη και όλους όσοι συναντηθήκαμε στην πορεία της Αριστεράς και όσα έμαθα από αυτούς, με το δικό μου τρόπο.

Στη σημερινή συνάντηση μοιάζει να συνεχίζουμε μια συζήτηση που την αφήσαμε στη μέση. Γνώρισα τον Στέφανο το καλοκαίρι του ’60, προς το φθινόπωρο, αριστερά στο βάθος του τρίτου ορόφου των γραφείων της ΕΔΑ, Αριστείδου 6, στο Αρχείο. Τον είδα  να αποδελτιώνει εφημερίδες και περιοδικά, να ανασύρει τα ευρήματα, να τα καταγράφει σε δημοσιογραφικό χαρτί και να τα περνάει σε φακέλους προς χρήση της Εκτελεστικής Επιτροπής και των κεντρικών κομματικών οργάνων. Παρακεί ο Σωτήρης Τουτούνας και αεικίνητος να στριφογυρίζει ο Γιάννης ο Χοτζέας. Σ’ αυτό το γραφείο, λίγο αργότερα, συνεργάτης και ο Δήμος Μαυρομάτης, που συνδέθηκαν τόσο στενά ώστε ο Στέφανος να γίνει ο «θείος», δεκατρία χρόνια μεγαλύτερός του. Έτσι συχνά πολλοί από την παρέα μας ακόμα τώρα τον προσφωνούν «θείο», γιατί, όταν χρειάστηκε να εξασφαλιστεί η συγκατάθεση της αυστηρής κυρίας Βαγγελίας ώστε να αποδεχθεί τον επικείμενο τότε γάμο της Αννιώς με το Δήμο, εμφανίστηκε ως θείος του.

Την τελευταία συζήτηση είχαμε με τον Στέφανο τον προπερασμένο Δεκέμβρη στα γραφεία της ΕΜΙΑΝ. Δε θυμάμαι αν εγώ έψαχνα κάτι ή ο Στέφανος με φώναξε για να βοηθήσω στη διασταύρωση κάποιων στοιχείων κατά τη τακτοποίηση του αρχειακού υλικού του φοιτητικού κινήματος του ’60.

Αγνοώ αν υπάρχουν κατάλοιπα από την αυτοβιογραφική κατάθεση του Στέφανου τα οποία να εμπλουτίζουν το «άλλο μισό» της ζωής του, από το τριακοστό πέμπτο έτος του ώς το τέλος. Ώστε και το «Ιντερμέδιο» αυτό, όπως λέει, να ενταχθεί στο κύριο σώμα στην αφήγησή του. Μολονότι κατ’ ουσίαν ήδη ανήκει, αφού, από τις πρώτες ώς τις τελευταίες σελίδες του βιβλίου που μας χάρισε, δεν καταγράφει μόνο γεγονότα στα οποία συμμετείχε αλλά αναδεικνύει και συγκροτεί μέσα από τα βιώματα και τις εμπειρίες του τον κόσμο του. Τη συνολική του προσωπικότητα, όπως διαμορφώθηκε από το οικογενειακό περιβάλλον, από τον άθεο πατέρα του και τον παπά παππού του, από τη συνεχή δράση του και από την ενασχόλησή του με τα γράμματα. Θα τολμούσα να πω ότι ο Στέφανος είναι ένας διανοούμενος της πράξης. Έτσι τον ζήσαμε και τον ξαναβλέπουμε μέσα από τις σελίδες της αφήγησής του, παραδοσιακό και σύγχρονο μαζί να ξεπερνάει τα όρια της μαχόμενης γενιάς του και, σε ό,τι αφορά στην πολιτική του δράση, στην οποία αναφέρομαι, να οδεύει στοχαστικά από το ΚΚΕ στην ΕΔΑ και στους Λαμπράκηδες, στην «ομάδωση» του «Χάους» στο Παρθένι σε μια διαδικασία που μεταπολιτευτικά από την ΕΑΡ προχωρεί στον ενιαίο Συνασπισμό του ’89, μετέχει ως υποψήφιος σε βουλευτικές εκλογές στον Έβρο και κινείται ευδιακρίτως στη συνοριακή γραμμή μεταξύ ανανέωσης της ιστορικής και της ριζοσπαστικής Αριστεράς.    

Ο Στέφανος έρχεται και επανέρχεται στο ίδιο θέμα, κυρίαρχο για εκείνη την Αριστερά στην οποία όπως έλεγε τον «σταύρωσε» από την κούνια του ο Τάσος Χαΐνογλου, στενός συγγενής του,  από τους πρώτους στρατευμένους διανοούμενους της κομουνιστικής Αριστεράς στην κρίσιμη δεκαετία του ’20 με ’30. Δεκαετία αναζητήσεων και ιδεολογικών συγκρούσεων για το σοσιαλισμό με βάση την ιδιοτυπία του ελληνικού κοινωνικού και κρατικού σχηματισμού. Αναφέρομαι στην πολλαπλότητα των προϋποθέσεων και των διαδικασιών και στις κάθε φορά στοχεύσεις για τον κοινωνικό μετασχηματισμό, εν τέλει για την ελευθερία του ανθρώπου.

Ο Στέφανος ήταν υπόδειγμα ευγένειας και είχε τη φιλοξενία στο αίμα του. Πάντα ανοικτό το φτωχικό του τραπέζι στους συνεξόριστους, στους φίλους, στους γείτονες. Κάποτε με έφερε σε πολύ δύσκολη θέση. Τον Σεπτέμβρη του ’66 απολύθηκα από το στρατό και έφτασα από τη  Βυρώνεια στη Θεσσαλονίκη, στο σπίτι του φυσικά. Η πρώτη χειρονομία του Στέφανου, που τότε είχε μεταφέρει εκεί την πολιτική του δράση, ήταν να με υποχρεώσει να βγάλω τα άρβυλα και να μου πλύνει τα πόδια στη λεκάνη με χλιαρό νερό που έφερε η Παγώνα. Αποτελούσε παράδοση φιλοξενίας στα μέρη του, μου είπε. Για μένα, τον μωραΐτη, ήταν μάθημα από έναν γνήσιο θρακιώτη.

Στην πολιτική και κομματική συμπεριφορά του Στέφανου κυριαρχούσε το παράδειγμα. Όταν διαφωνούσε έλεγε τη γνώμη του αναφερόμενος κυρίως στις συνέπειες των προτάσεων και των αποφάσεων. Θυμάμαι ένα περιστατικό, μάθημα αυτό δημοκρατίας. Για να αποφύγουμε οριακή πλειοψηφία των κεντρώων φοιτητών στο Εθνικό Συμβούλιο της ΕΦΕΕ που γινόταν στη Θεσσαλονίκη, νομίζω τέλη του 1964, είχαμε πια κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου, εκλέξαμε λίγους αντιπροσώπους μέσω των Διοικητικών Συμβουλίων στην ΑΣΚΤ, στο Σύλλογο Εργαζομένων και σε κάνα δυο ακόμα και όχι από τις συνελεύσεις συλλόγων όπως είχε ορισθεί. Έτσι, στη διαμάχη  για την εξουσία, όπως θα τη λέγαμε σήμερα, εξασφαλίσαμε οριακή επίσης πλειοψηφία υπέρ της Αριστεράς. Τότε ο Στέφανος μου είπε ότι αυτό θα πληρωθεί και όπως αποδείχθηκε η ενέργεια πληρώθηκε.

Και μιας και το ’φερε η κουβέντα, θα θελα να πω στη φίλη μου τη Φάνη Πετραλιά ότι υπερβάλλει όταν ισχυρίζεται ότι μια, αρκετά χρόνια αργότερα, έντονη δημόσια επίκριση μου στον Νίκο Κωνσταντόπουλο, επί προεδρίας του στο Συνασπισμό, ήταν συνέχεια της αντιπαράθεσής μας σ’ εκείνο το Ε.Σ. της ΕΦΕΕ, αφού παραγνωρίζει δύο εν πολλοίς γνωστά στοιχεία της συγκυβέρνησης του ’89. Το πρώτο, ότι με δική μου πρόταση μεθοδεύτηκε η υπουργοποίηση τότε του Ν. Κωνσταντόπουλου. Το δεύτερο, θα το θυμάται ο Νίκος, στο περιστήλιο της Βουλής είμαστε, όταν με την αστόχαστη παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο δέχτηκε να αναλάβει δημόσιος κατήγορος. Του επισήμανα ότι η απόφασή του τον δεσμεύει σε προειλημμένες αποφάσεις άλλων που θα σημαδέψουν την πορεία της Αριστεράς.

Η πολιτική διαδρομή του Στέφανου, όπως όλων μας, εμπεριέχει και αντιφάσεις, αναστολές και κάποτε εμμονές –οι άνθρωποι δεν είναι άγιοι, μοιάζουν κατά βάση στην εποχή τους, το καθαρό όμως πρόσωπό τους ξεχωρίζει, η ηθική ακεραιότητα τους.

Γνήσιος Εδαΐτης, θερμός υποστηρικτής και συμμέτοχος στο μετεμφυλιακό πολιτικό υπόδειγμα της ΕΔΑ, μέλος της Διοικούσας Επιτροπής και του προεδρείου της Νεολαίας, αποχωρεί τον Ιούνιο του ’67 από το ΚΚΕ μόλις έγινε γνωστή η απόφαση της 11ης Ολομέλειας που οδηγούσε στην κατ’ ουσίαν διάλυση της ΕΔΑ. Ώς τότε μετείχε στα λεγόμενα «στηρίγματα» του ΚΚΕ, που αποτελούσαν το μηχανισμό για τη «ντε φάκτο» νομιμοποίησή του και ό,τι απέμενε θα μετέτρεπε την ΕΔΑ  σε «στρατηγικό» σύμμαχό του. Αυτά συνέβαιναν με συμφωνία της «εντός» και «εκτός» ηγεσίας του ΚΚΕ και είχαν τόσο θολώσει τον ορίζοντα το ’67 που μας διέλαθε η προαναγγελθείσα δικτατορία.

Σε ένα από τα τελευταία καλοκαίρια, στη βεράντα του πατρικού μου στο χωριό, είχαμε στήσει κουβέντα για τα προ πεντηκονταετίας με τον Τάκη Μπενά, τον Στέφανο και τον Κώστα Τσουράκη και εκεί μας είπε ότι από το ’64 είχε συγκροτηθεί πενταμελής ομάδα του ΚΚΕ με αποφασιστικές αρμοδιότητες μέσα στο προεδρείο της Νεολαίας της ΕΔΑ, αφού π.χ. αποφάσισε την απομάκρυνση από τη Νεολαία του Γρηγόρη Γιάνναρου για «ανειλικρίνεια» και την επικύρωσε με ασαφή εισήγηση το Προεδρείο για συζυγική απιστία, για να κοπάσει το διαλυτικό σούσουρο που είχε καταλάβει μεγάλα τμήματα της οργάνωσης, εν όψει μάλιστα της συγκρότησης της Νεολαίας Λαμπράκη.

Μακρηγόρησα για κάποια πράγματα που μας αφορούν όλους, την πορεία του κινήματος της Αριστεράς, της καθ’ ημάς Αριστεράς, ακόμα και της «Αριστεράς του καθενός μας» –έκφραση που χρωστάμε στον Παντελή Μπουκάλα.

Μας αφορούν τα παράκεντρα που λειτουργούν και υποκαθιστούν τα θεσμοθετημένα όργανα και ορίζουν τις τύχες μας. Μας αφορούν για την εσωτερική ζωή των κομμάτων αλλά και για τον δημόσιο βίο, αφού καλλιεργούν την υποκρισία και οδηγούν στην ανθρωποφαγία μέσω διαστρεβλώσεων, σύνηθες γνώρισμα σε περιόδους κρίσης ή μεταβίβασης της εξουσίας και υιοθετούν οπισθοδρομικά κοινωνικά στερεότυπα για αποδυναμωμένες σχέσεις.

Δεν αφορούν τον Γρηγόρη Γιάνναρο, που αδιαμαρτύρητα αποδέχθηκε την απομάκρυνσή του, μετακινήθηκε από το κόμμα ως γραμματέας στην κατ’ εξοχήν βιομηχανική ζώνη της Ελευσίνας, στάλθηκε για μεταπτυχιακά στη Μόσχα και αργότερα, επί ενιαίου Συνασπισμού, ανέλαβε υπουργός Βιομηχανίας στην Οικουμενική του ’89.

Θυμίζω ότι ο Τάκης είχε αποφασίσει να μετακινηθεί από τη Νεολαία στο κόμμα και ως διάδοχη λύση δεν είχε ακόμη οριστικοποιηθεί η ανάδειξη του Γ. Χριστοφιλόπουλου που εν τέλει δεν πραγματοποιήθηκε. Στους πέντε που μετείχαν στα «στηρίγματα» στο προεδρείο της Νεολαίας ήταν και ο Αντρέας Λεντάκης.

Δυο τρία πράγματα ακόμα από τη συμπόρευσή μου με τον Στέφανο στη Νεολαία Λαμπράκη. Ένθερμος υποστηρικτής της συγχώνευσης της Ν.ΕΔΑ με την ΔΚΝ «Γρηγόρης Λαμπράκης», ο Στέφανος έδωσε όλες του τις δυνάμεις για να συγκροτηθεί και να προχωρήσει η ΔΝΛ. Η διαχρονική αναγνώριση του εγχειρήματος δείχνει ότι για τους νεότερους η Νεολαία Λαμπράκη εμφανίζεται να διατρέχει όλη τη γενιά του ’60, παρά τη μικρή διάρκεια της ζωής της (Σεπτέμβρης ’64−Απρίλης ’67). Αυτή την εικόνα για την ορμητική συμμετοχή των νέων της επαρχίας και των συνοικιών στην πολιτική ζωή. την οποία εξέφρασε η ΔΝΛ, είχε ο Στέφανος παρακάμπτοντας τα καθοριστικά κινήματα του 114 και του 15%. Από τη συμμετοχή σε αυτά τα κινήματα κατ’ ουσίαν προκύπτουν οι αντιδράσεις των σπουδαστών, αφήνοντας μετέωρο το ερώτημα «τι κάνουμε», όταν ένα μαχόμενο σώμα σε όλες τις ανώτατες και τεχνικές σχολές σε όλη τη χώρα έχει αναδειχθεί σε οιονεί πολιτικό υποκείμενο και διεκδικεί τη συμμετοχή του στις κομματικές λειτουργίες και αποφάσεις; Και αυτό με τη σειρά του θέτει άλλα θεωρητικά ερωτήματα για την ταξικότητα της νεολαίας και τις μορφές οργάνωσης, όπως έχει επισημάνει σε τελευταία άρθρα του ο Τάσος Τρίκκας.

Μερικά, ελάχιστα όπως λέει και ο Στέφανος, για το Χάος, στο οποίο αδίκως περιορίζει τη συμμετοχή του σε «απλό συμπαραστάτη». Και συμπεραίνει στην αυτοβιογραφική του κατάθεση: «Δε διαδραμάτισα κανέναν «εξέχοντα» ρόλο σε αυτήν την κίνηση. Θεωρούσα και εξακολουθώ να θεωρώ τον εαυτό μου απλό συμπαραστάτη στην προσπάθεια των στελεχών της Νεολαίας να ανοίξουν μια ουσιαστική συζήτηση για τα προβλήματα του κινήματος, οπαδό, θα έλεγα ένθερμο οπαδό, μιας νέας, ευρέως δημοκρατικής αντίληψης και νοοτροπίας στον προβληματισμό τους για το μέλλον της Αριστεράς. Και ως τέτοιος καταθέτω αυτές τις αποσπασματικές σκέψεις για το εγχείρημα.

Εξακολουθώ να έχω τη γνώμη πως αυτή η κίνηση, όπως παρουσιάστηκε στο Παρθένι, κατέθεσε τα πρώτα ψήγματα βαθύτερων αλλαγών στη νοοτροπία και στην πολιτική της ελληνικής Αριστεράς μεταδικτατορικά. Πάλεψε για την κατάκτηση κάποιων θέσεων τις οποίες οι περισσότεροι σημερινοί σύγχρονοι αριστεροί θεωρούν ίσως αυτονόητες, αλλά για τότε απαιτούσαν καινούρια σκέψη και αρκετό πολιτικό θάρρος για να διακηρυχθούν και κυρίως για να επιχειρηθούν στην πράξη».

Χάος χαρακτήρισε τότε ο Άγγελος Διαμαντόπουλος την «ομάδωση» παλαιών εξορίστων και νεότερων στελεχών της Νεολαίας στο Παρθένι της Λέρου που αρνήθηκαν να αποδεχτούν ως διέξοδο για την Αριστερά την ενσωμάτωση στους «κλιμακιακούς», με το επιχείρημα ότι το Γραφείο του ΚΚΕ στην ηγεσία της ΕΔΑ αποτελούσε τη μόνη συγκροτημένη ηγετική ομάδα μετά τη διάσπαση του ’68.

«Η μεγάλη πλειονότητα −λέει ο Στέφανος− των κεντρικών νεολαιίστικων στελεχών στο Παρθένι έδιναν τον τόνο και το νεύρο στην ομάδωση του Χάους» που, όπως φάνηκε, απηχούσε και διεργασίες στον αντιδικτατορικό «Ρήγα» και μεταξύ διωκόμενων και αυτοεξόριστων στο εξωτερικό.

Στον περίκλειστο χώρο της εξορίας με τη συγκεκριμένη πολιτική ανθρωπογεωγραφία όλα τα στοιχεία που παραθέτει ο Στέφανος για το Χάος –από τη συνεχή προσπάθεια για την εξασφάλιση των βέλτιστων όρων διαβίωσης και συμβίωσης ώς την οργανωμένη παρέμβαση για την εκλογή της Επιτροπής Εκπροσώπησης, διαμορφώνοντας την πλειοψηφία με τη συμμετοχή του και την οριακή πριμοδότηση των υποψηφίων του κλιμακίου– υπερβαίνουν το χαρακτήρα «ομάδωσης» και  συνιστούν τουλάχιστον σε περιορισμένο κύκλο συγκροτημένη πολιτική κίνηση.

Δυο στοιχεία ακόμα. Το ένα αφορά την καταδίκη της σοβιετικής επέμβασης στην Τσεχοσλοβακία το καλοκαίρι του ’68. Το άλλο αφορά ένα είδος προγραμματικής διακήρυξης, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη μαζική αντιδικτατορική αντίσταση, τις πιθανές δημοκρατικές διεξόδους και το προείκασμα του μεταπολιτευτικού πολιτικού σκηνικού. Αυτά και άλλα εμπεριέχονται σε επιστολή τεσσάρων στελεχών του προεδρείου της Νεολαίας Λαμπράκη (του Στέφανου, του Κ. Τσουράκη, του Τ. Γεωργίου και εμένα) προς τον Μίκη στο Παρίσι. Όλα αυτά υπάρχουν στα αρχεία των ΑΣΚΙ.

Υποθέτω ότι η πολιτική αυτή κίνηση δεν κρυσταλλώθηκε από δισταγμό να ομολογηθεί ως τέτοια στις μεταξύ μας σχέσεις και κατά συνέπεια να αφεθεί να περάσει ο κρίσιμος χρόνος στον κρίσιμο τόπο. Ανασταλτικά λειτούργησε ώς ένα βαθμό και η αναμονή εξελίξεων από τους εναπομείναντες στην παρανομία, από το Γραφείου Εσωτερικού, στην οποία παρότρυναν οι «κλιμακιακοί».

Ο χρόνος πέρασε, όμως ο στενός φιλικός κύκλος διατηρήθηκε παρά τις αποκλίνουσες πορείες. Ο Στέφανος διορθωτής, επιμελητής, αρχειονόμος, εγώ περαστικός από τη δημοσιογραφία, εξαντλώντας ο καθένας τα όρια του. Σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις συναντιόμαστε στηρίζοντας ως ανένταχτοι το χώρο της λεγόμενης ανανεωτικής Αριστεράς, με ενδιάμεσο σταθμό τη θνησιγενή ανασύσταση της ΕΔΑ. Έτσι φτάσαμε ώς την αρχή της κρίσης του ΠΑΣΟΚ, τη διάσπαση του ΚΚΕ Εσωτερικού, στο γκορμπατσοφικό μεσοδιάστημα πριν την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού. Είναι τα σημαδιακά χρόνια της εφόδου του νεοφιλελευθερισμού που ο αείμνηστος Σάκης Καράγιωργας σε δημόσια ομιλία του το καλοκαίρι του ’85 κάλεσε την Αριστερά να υψώσει κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο άμυνας.

Φτάσαμε λοιπόν στην ΕΑΡ, προσπάθεια κομματικής όσμωσης του μεγαλύτερου κομματιού από το ΚΚΕ Εσωτερικού και των προσκείμενων σε αυτό ανένταχτων. Η συμβολή του Στέφανου με συγκεκριμένες προτάσεις ήταν καθοριστική στην Επιτροπή Καταστατικού που ανέλαβα να εισηγηθώ στο Συνέδριο. Τρία νέα στοιχεία υποδεικνύονται στη συγκρότηση και τη λειτουργία του «μαζικού κόμματος»: η διεύρυνση του ρόλου και των αρμοδιοτήτων των πρωτοβάθμιων οργανώσεων, ώστε να καλύπτουν κάθε δραστηριότητα στο χώρο τους, το Διαρκές Συνέδριο για τα μεγάλα θέματα προσανατολισμού και αποφάσεων και η συγκρότηση  ενός είδους συμβουλευτικού οργάνου (συμβούλιο βετεράνων) ώστε να διευκολύνεται η ηλικιακή μετάβαση στην Κεντρική Επιτροπή χωρίς να παραμερίζονται προς αποστράτευση οι παλαιότεροι. Το τελευταίο απορρίφθηκε μετά πολλών επαίνων και το πρώτο αφυδατώθηκε μέχρις εξαφανίσεως.

Κάποιες ιδέες εφαρμοσμένης πολιτικής που κυοφορήθηκαν στο Παρθένι, σε διαφορετικές συνθήκες και διαφορετικά πεδία, μας συνέχουν ακόμη. Για να μη μακρηγορήσω κι άλλο, παραλείποντας πολλά καθώς ξαναδιαβάζω τον Στέφανο, διαισθάνομαι πως η στήριξή του στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ –«την κυβέρνηση και τα μάτια σας» είχε πει σε νεότερους φίλους του τον περασμένο Δεκέμβρη– είχε ως αφετηρία τη σκέψη για τις συνέπειες μιας ενδεχόμενης αποτυχίας. Ήταν το σταθερό στοιχείο του πολιτικού του προβληματισμού και ταυτόχρονα –σε μια κάπως διαφοροποιημένη εκδοχή– προτροπή προς όλους ότι η αναγκαστική προσαρμογή κατά τη διαδικασία διακυβέρνησης οφείλει να είναι στοχαστική και η ικανότητα διεύθυνσης να συνδέεται άρρηκτα, χωρίς ενδοιασμούς και υπολογισμούς με την αναγνώριση, κατοχύρωση και ενίσχυση της λαϊκής, συλλογικής και ατομικής δημιουργικότητας σε όλα τα πεδία του δημόσιου βίου. Αλλά αυτό είναι άλλη κουβέντα. Για άλλοτε.

 

Το κείμενο αυτό εκφωνήθηκε στην εκδήλωση για τον Στέφανο Στεφάνου. Τα περισσότερα ειπώθηκαν εκτός χειρογράφου, προφορικά. Διορθώθηκαν κάποιες υπερβολές.