Οι μαθητές της νύχτας
Μια ιστορική ανασκόπηση του θεσμού, 1866–2006
Οι μαθητές της νύχτας δεν είναι φαινόμενο του 20ού αιώνα στην Ελλάδα. Από τα μέσα του 19ου αιώνα στα μεγάλα αστικά κέντρα (Αθήνα, Πειραιά, Πάτρα), όταν αυτά άρχισαν να ενισχύονται με πληθυσμιακές εισροές από την επαρχία, αλλά και με τη φυσική αύξηση του πληθυσμού, πολλά ανήλικα παιδιά άρχισαν να απασχολούνται σε εμπορικές εργασίες και σε βιοτεχνικές και βιομηχανικές δραστηριότητες.
Η συγκέντρωση αυτή του παιδικού εργατικού πληθυσμού προκάλεσε το ενδιαφέρον εμπόρων και βιοτεχνών καθώς και φιλανθρωπικών οργανώσεων για την επαγγελματική τους εξειδίκευση και τη μορφωτική τους ανέλιξη.
Στη διάρκεια του 19ου αιώνα έχουμε έτσι τις πρώτες προσπάθειες εμφάνισης της νυχτερινής εκπαίδευσης στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στις πόλεις Πάτρα (εμπορικές σχολές, Εταιρεία Φίλων του Λαού) και Αθήνα (Εταιρεία Φίλων του Λαού, 1866 και Φιλολογικός Σύλλογος Παρνασσού, 1872).
Φυσικά δεν πρόκειται για ξεκάθαρες μορφές τεχνικής και εμπορικής κατάρτισης, περισσότερο είναι δέσμες μαθημάτων. Ακόμη, δίπλα στους μικρούς βιοπαλαιστές συμφοιτούν και άτομα μεγαλύτερης ηλικίας με σκοπό να καλύψουν τα υπάρχοντα κενά στην επαγγελματική τους κατάρτιση και να αποκτήσουν στοιχειώδεις γνώσεις.
Είναι φανερό ότι κάθε φορά που οικονομικές κρίσεις και εθνικές συμφορές συντελούν στη μετακίνηση μεγάλων τμημάτων του αγροτικού πληθυσμού, τότε ενισχύεται και ο αριθμός των εν δυνάμει ανήλικων εργαζομένων.
Η αποτυχία της Κρητικής Επανάστασης το 1866 θα συντελέσει ώστε να συγκεντρωθεί στον Πειραιά διαθέσιμος εργατικός πληθυσμός που θα συμβάλει στην πρώτη εκβιομηχάνιση του μεγάλου λιμανιού της χώρας. Ύστερα θα είναι η αγροτική κρίση του 1892 και η εξωτερική χρεοκοπία του 1893. Εκτός απ’ όσους θα αναχωρήσουν για τις υπερπόντιες χώρες, ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού των αγροτικών περιοχών, ιδιαίτερα της Πελοποννήσου, θα καταλήξει στα μεγάλα αστικά κέντρα και ιδιαίτερα στον Πειραιά. Εδώ έχουμε τη μεγαλύτερη συγκέντρωση ανειδίκευτου εργατικού δυναμικού, που θα απορροφηθεί από τις ντόπιες βιομηχανίες υφασμάτων, επεξεργασίας βαμβακιού, τα μηχανουργεία και τις βιομηχανίες μετάλλου. Αυτή η απορρόφηση θα γίνει μέσα σε συνθήκες πρωταρχικής συσσώρευσης· καθώς θα αυξηθούν οι δασμοί εισαγωγικών ειδών οι νέες βιοτεχνίες-βιομηχανίες θα αυξάνουν την παραγωγή τους, θα συσσωρεύουν κέρδη και θα επενδύουν κεφάλαια σε μια αέναη κίνηση που τροφοδοτείται από εξοργιστικά χαμηλά μεροκάματα, τόσο των ενήλικων όσο και των ανήλικων εργαζομένων. Τα διηγήματα του Δημοσθένη Βουτυρά, πέρα από την αρθρογραφία των εφημερίδων της εποχής, αποτυπώνουν με τον πιο ανάγλυφο τρόπο τη μαύρη ζωή των ανασφάλιστων γαβριάδων στον πρωτοβιομηχανικό Πειραιά του τέλους του 19ου αιώνα. Λίγα χρόνια αργότερα, στις αρχές του 20ού αιώνα, ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος θα περιγράψει στη «Χαμοζωή» (σ. 42–43, 66) το δράμα των ενήλικων και ανήλικων εργαζομένων που ζουν στις χαμοκέλες των φτωχών πειραιώτικων γειτονιών.
Τέλη 19ου και αρχές 20ού αιώνα θα δημιουργηθούν για πρώτη φορά στην τουρκοκρατούμενη Θεσσαλονίκη νυχτερινά εκπαιδευτικά ιδρύματα που θα καλύπτουν τις ανάγκες τόσο της δημοτικής όσο και της μέσης εκπαίδευσης. Το ίδιο θα συμβεί επίσης στα Χανιά και στο Ηράκλειο Κρήτης, ενώ από τις αρχές του 20ού αιώνα θα λειτουργήσουν συστηματικά στην Ελλάδα οι πρώτες νυχτερινές εμπορικές σχολές. Συγκεκριμένα, το 1901 ο Σύλλογος Εμποροϋπαλλήλων Αθήνας ιδρύει την πρώτη νυχτερινή εμπορική σχολή, για να ακολουθήσουν και άλλες από συλλόγους ή σωματεία.
Το 1927 θα δοθεί νομοθετικά η δυνατότητα ίδρυσης νυχτερινών εμπορικών σχολών και σε ιδιώτες, ενώ το 1929, με παρέμβαση του κράτους (νόμος 4397) και με σκοπό την εξάλειψη του αναλφαβητισμού, ιδρύονται νυχτερινά εκπαιδευτήρια, τα πρώτα δημοτικά νυχτερινά σχολεία.
Ο Μεσοπόλεμος είναι μια κρίσιμη περίοδος κατά την οποία σημειώνονται πολλές νομικές ρυθμίσεις για τη νυχτερινή εκπαίδευση και ιδρύονται νέα νυχτερινά σχολεία.
Θα είναι η έλευση των προσφύγων που θα συντελέσει στη συγκέντρωση σε πολλά αστικά κέντρα ενός νέου παιδικού και εφηβικού πληθυσμού από αγόρια και κορίτσια που πρέπει να εργασθούν για να εξασφαλίσουν τον επιούσιο της ζωής τους, αλλά ταυτόχρονα θέλουν να μάθουν και γράμματα καθώς και να αποκτήσουν μια εξειδίκευση, ένα καλό επάγγελμα.
Είναι η εποχή της οικονομικής κρίσης, όταν η κατάσταση των άνεργων νέων είναι εφιαλτική, τουλάχιστον στα χρόνια της αιχμής της κρίσης. Και οι ανήλικοι εργαζόμενοι αποτελούν μια εύφλεκτη κοινωνική ύλη.
Έτσι με το νόμο 5197/1931 ιδρύονται ημερήσιες και νυχτερινές σχολές συμπληρωματικής επαγγελματικής μόρφωσης σε πρωτεύουσες νομών ή σε πόλεις τουλάχιστον δέκα χιλιάδων κατοίκων με σκοπό την ειδίκευση των εργαζομένων στο εμπόριο, τη βιομηχανία και τις τέχνες.
Λίγα χρόνια αργότερα το Μεταξικό καθεστώς δίνει τη δυνατότητα σε φίλιες ιδιωτικές συλλογικότητες που δρουν στο χώρο της νεολαίας, και ειδικότερα στον φοιτητικό ή σε φιλανθρωπικές ενώσεις, να προχωρήσουν στην ίδρυση των πρώτων ιδιωτικών νυχτερινών σχολείων.
Καθόλου τυχαίο ότι κάτω από τις προηγούμενες εξελίξεις κερδίζει έδαφος η δημιουργία του πρώτου ιδιωτικού νυχτερινού γυμνασίου στην Αθήνα από τον Εκπαιδευτικό Φοιτητικό Σύλλογο. Σύμφωνα με το άρθρο 6 του αναγκαστικού νόμου 250 της 12/17 Οκτωβρίου «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του εκπαιδευτικού νόμου»: «Επιτρέπεται εις τον Φοιτητικόν Εκπαιδευτικόν Σύλλογον όπως ιδρύση και συντηρή εν Αθήναις ιδιωτικόν πλήρες γυμνάσιον προς μόρφωσιν νέων εργαζομένων επί την ημέραν. Επί του εν λόγω γυμνασίου λειτουργούντος κατά τας νυκτερινάς ώρας και με προσωπικόν λαμβανόμενον εκ των φοιτητών των διαφόρων Σχολών του Πανεπιστημίου εφαρμόζονται κατά τα λοιπά οι διατάξεις του νόμου 3758 «περί ιδιωτικών σχολείων». Οι μαθηταί του διά του παρόντος ιδρυομένου νυκτερινού γυμνασίου δεν υποχρεούνται εις καταβολήν διδάκτρων προς τον Φοιτητικόν Εκπαιδευτικόν Σύλλογον, απαλλάσσονται δε της καταβολής εκπαιδευτικών τελών προκειμένου να υποστώσιν κατατακτήριον εξέτασιν. Εις την διάταξιν του παρόντος άρθρου υπάγονται και οι νέοι φοιτώντες εις το νυκτερινόν γυμνάσιον δικαιούμενοι να υποστώσιν κατακτήριον εξέτασιν κατά την δευτέραν εξεταστικήν περίοδο του έτους 1936.»
Το επόμενο έτος ιδρύεται και δεύτερο ιδιωτικό νυκτερινό γυμνάσιο στην Αθήνα από τη Φιλική Εταιρεία Νέων και το 1938 ο α.ν. 1784 επιτρέπει στη Χριστιανική Αδελφότητα Νέων να ιδρύσει και να συντηρεί στη Νέα Κοκκινιά και στη Θεσσαλονίκη ιδιωτικά νυχτερινά γυμνάσια στα οποία θα φοιτούν εργαζόμενοι μαθητές.
Την ίδια ώρα και στους κόλπους των βιομηχάνων ωριμάζει η ιδέα ότι η βιομηχανική ανάπτυξη δεν μπορεί να συντελεσθεί χωρίς την ύπαρξη σοβαρής τεχνικής εκπαίδευσης. Έτσι επεκτείνεται η ίδρυση ημερήσιων και νυχτερινών τεχνικών σχολών με κορύφωση την ίδρυση της Σιβιτανιδείου Σχολής το 1938.
Είναι φανερό ότι τα πρώτα αυτά κύτταρα νυχτερινής εκπαίδευσης θα δεινοπαθήσουν στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής. Οι κατοχικές κυβερνήσεις αδρανοποιούνται, με αποτέλεσμα να μην λαμβάνονται έγκαιρα μέτρα για την ενίσχυση των νυχτερινών σχολείων. Το 1943 με τον α.ν. 916 επιτρέπεται σε κάθε νομικό πρόσωπο να ιδρύει νυχτερινό γυμνάσιο, δηλαδή επεκτείνεται το δικαίωμα που έδινε ο παλαιότερος α.ν. 250/1936 και σ’ άλλες ιδιωτικές συλλογικότητες.
Ταυτόχρονα με το νόμο 837/1943 ιδρύεται στο Υπουργείο Παιδείας Τμήμα Λαϊκής Επιμόρφωσης, το οποίο έχει σκοπό να συστηματοποιήσει την όλη προσπάθεια αντιμετώπισης του αναλφαβητισμού, η οποία είχε στηριχθεί στη λειτουργία των νυχτερινών δημοτικών.
Μετά την απελευθέρωση θα έχουμε καινούργιες νομοθετικές ρυθμίσεις. Το 1947 παρέχεται η δυνατότητα σε ιδιώτες να ιδρύσουν νυχτερινά γυμνάσια εφ’ όσον συντρέχουν από το νόμο οι απαραίτητες προϋποθέσεις. Ο νόμος του 1947 έδωσε το προβάδισμα στην ιδιωτική πρωτοβουλία για τη δημιουργία νυχτερινών σχολείων, τα οποία αρχίζουν να λειτουργούν στον Πειραιά και στην Αθήνα, στο κέντρο και στις συνοικίες, αλλά και σε άλλες πόλεις. Γίνεται φανερό ότι σε όσες πόλεις της περιφέρειας ιδρύονται ιδιωτικά νυχτερινά εκπαιδευτήρια, δυσκολεύεται στο μέλλον η ίδρυση δημόσιων.
Δύο χρόνια αργότερα, το 1949, ψηφίζεται ο νόμος περί ιδρύσεως δημόσιων νυχτερινών γυμνασίων τα οποία αποτελούν παραρτήματα των ημερήσιων γυμνασίων.
Στα αμέσως μεταπολεμικά χρόνια η πίεση των εργαζόμενων ανήλικων νέων, να ανελιχθούν μέσα από τη φοίτησή τους στα νυχτερινά γυμνάσια ή άλλες μορφές νυχτερινής εκπαίδευσης, ήταν πολύ έντονη.
Θα πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι το 1952 εν μέσω εφαρμογής του Σχεδίου Μάρσαλ και με πρωτοβουλία της αμερικανικής οικονομικής αποστολής δημιουργούνται ζώνες δημοτικής νυχτερινής εκπαίδευσης σε πολλά επαρχιακά κέντρα, ενώ την ίδια περίοδο η Πανελλήνια Διδασκαλική Ομοσπονδία δημιουργεί σε πολλές πόλεις, με δικά της έξοδα, το θεσμό των λαϊκών νυχτερινών σχολείων. Εκτός από τα προηγούμενα συναντάμε και πολλά ιδρύματα νυχτερινής εκπαίδευσης που στηρίζονται στην αρωγή πλούσιων χορηγών.
Το 1955 υπήρχαν 61 νυχτερινά γυμνάσια. 25 ήσαν δημόσια, παραρτήματα ημερήσιων γυμνασίων, 6 ανήκαν σε διάφορους οργανισμούς και 30 ήσαν ιδιωτικά. Τα περισσότερα ιδιωτικά νυχτερινά εκπαιδευτήρια είναι συγκεντρωμένα στην Αθήνα: Γαλατσιάτου (Καλλιθέα), Άγιος Γεράσιμος, Θεομήτωρ, Πετρούνια, Παπαϊωάνου κ.ά.
Εκτός από την Αθήνα, τον Πειραιά και τη Θεσσαλονίκη, νυχτερινά γυμνάσια έχουμε επίσης στην Πάτρα, τη Χαλκίδα, την Καλαμάτα, τον Βόλο, τα Χανιά, τα Ιωάννινα και αλλού.
Τη σχολική χρονιά 1956–1957 ο συνολικός αριθμός των μαθητών των νυχτερινών γυμνασίων ήταν 15.358: 9.437 φοιτούσαν σε δημόσια νυχτερινά γυμνάσια (8.422 αγόρια και 1.015 κορίτσια) και 5.921 σε ιδιωτικά γυμνάσια, εκ των οποίων 5.132 ήταν αγόρια και 789 κορίτσια. Το 1959 με το ν.δ. 3971 ιδρύονται δέκα αυτοτελή νυχτερινά γυμνάσια.
Από τους 260.000 ανήλικους εργαζόμενους νέους στα τέλη της δεκαετίας του 1950, οι 60.000 είχαν, μέσα από μεγάλες προσπάθειες, βρει το δρόμο να προσεγγίσουν τη νυχτερινή εκπαίδευση, στοιχειώδη και μέση, αν και οι γενικότερες συνθήκες ήταν απαράδεκτες.
Παράλληλα, από το 1955 και εξής έχουμε την ανάπτυξη του ελληνικού φοιτητικού κινήματος, το οποίο έρχεται σ’ αντίθεση με το πεπαλαιωμένο εκπαιδευτικό σύστημα και την αντιεκπαιδευτική και αυταρχική νοοτροπία της πολιτείας.
Οι μαθητές των νυχτερινών γυμνασίων και των άλλων νυχτερινών σχολών, δηλαδή οι εργαζόμενοι μαθητές, αποτελούν ένα καινούργιο κίνημα κοινωνικής διαμαρτυρίας δίπλα στα υπόλοιπα που αναπτύσσονται με γοργούς ρυθμούς ως αποτέλεσμα της όξυνσης των κοινωνικών και πολιτικών αντιθέσεων στις αρχές της δεκαετίας του 1960.
Οι μαθητές της νύχτας είχαν δύο ιδιότητες, του μαθητή και του εργαζομένου. Έχουν αιτήματα όπως και οι υπόλοιποι μαθητές αλλά πιο ιδιαίτερα, καθώς και αιτήματα που αφορούν τους όρους και τις συνθήκες δουλειάς όπως οι άλλοι εργαζόμενοι.
Η πολιτεία αλλά και οι εκπαιδευτικοί φορείς δεν μπορούν να συμφιλιωθούν μ’ αυτή τη διπλή ιδιότητά τους, ούτε μπορούν να συμβιβαστούν με την ιδέα ότι έχουν μπροστά τους υπεύθυνους πολίτες που διεκδικούν με συνέπεια τα δικαιώματά τους: τη βελτίωση των όρων παροχής της εργασίας τους (καθιέρωση εξάωρης εργασίας, υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση, δημιουργία κατασκηνώσεων τη θερινή περίοδο κλπ.) και αφετέρου τη βελτίωση των συνθηκών εκπαίδευσης:
- Μείωση διδάκτρων και άλλων επιβαρύνσεων. Στα δημόσια νυχτερινά γυμνάσια το 1963 τα μηνιαία δίδακτρα ανέρχονταν σε 90 δρχ., ενώ στα ιδιωτικά 130 δρχ., όταν το μεροκάματο του ανήλικου ήταν μόλις 18–20 δρχ. την ημέρα.
- Την κατάργηση των παρουσιών γυμναστικής για τους εργαζομένους μαθητές.
Από το 1959 η πολιτεία αντιμετωπίζει με καχυποψία τους νυχτερινούς μαθητές και το 1961 επιχειρεί να επιβάλλει την προσθήκη ενός έτους ακόμη στη φοίτηση (7ο έτος).
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα το κίνημα των μαθητών της νύχτας σημειώνει μια καινούργια ανάπτυξη. Το 1961 ιδρύεται ο Σύνδεσμος Εργαζομένων Μαθητών Μέσης Εκπαιδεύσεως (ΣΕΜΜΕ) και η Συντονιστική Επιτροπή Εργαζομένων Μαθητών (ΣΕΕΜ). Ένα έτος αργότερα εκδίδεται η εφημερίδα Μαθητική, ένα μαχητικό δεκαπενθήμερο φύλλο, όργανο των εργαζόμενων μαθητών. Το πρώτο τεύχος της Μαθητικής εκδόθηκε στις 2 Δεκεμβρίου 1962 με διευθυντή τον Διονύση Παπαδάτο, εργαζόμενο μαθητή και θα κυκλοφορεί ανελλιπώς μέχρι το 1967.
Απέναντι σ’ αυτό το κίνημα θα ορθωθούν εχθρικά όλοι οι καταπιεστικοί μηχανισμοί του κράτους. Οι μαθητές της νύχτας θα αποβάλλονται για τις πολιτικές τους απόψεις, άλλοι θα στέλνονται στο δικαστήριο για τη συμπαράστασή τους στους απεργούς καθηγητές και άλλοι θα σύρονται στη φυλακή για να πληρώσουν τις ληξιπρόθεσμες οφειλές τους στα δίδακτρα.
Το κίνημα όμως θα αναπτύξει ένα ευρύ μέτωπο συνεργασιών, με τους μαθητές των τεχνικών και εμπορικών σχολών, με τους νέους εργαζόμενους, με τους φοιτητές του 114 και του 15% για την παιδεία. Αυτή η αλληλεγγύη δημιουργεί μια καινούργια ποιότητα για την εργασιακή και πνευματική τους ανέλιξη. Βελτιώνονται οι συνθήκες εκπαίδευσης και εργασίας. Ο Γιάννης από τα Γιάννενα, βοηθός οικοδόμου, ο Σπύρος από την Καλαμάτα, λαχειοπώλης, ο Κώστας από τις Τεχνικές Σχολές Ήφαιστος από την Σπάρτη δεν ήταν τώρα μόνοι, ανήκαν σε μια μεγάλη οικογένεια νέων που έφερναν στο επίκεντρο της κοινωνικής και πολιτικής ζωής τα αιτήματα όλης της εργατικής νεολαίας σε μια συνεργασία με τους νέους φοιτητές. Οργάνωναν ενωμένοι όχι μόνο τον αγώνα για την καλυτέρευση των όρων εργασίας και εκπαίδευσης, αλλά και πολλές πολιτιστικές και καλλιτεχνικές εκδηλώσεις. Ήσαν παρόντες στους μεγάλους απεργιακούς αγώνες για μια καλύτερη ζωή.
Οι μαθητές της νύχτας δούλευαν στις αρχές της δεκαετίας του ’60 κάτω από δύσκολες και απάνθρωπες συνθήκες, 8 ώρες στην ημερήσια δουλειά, 4 ώρες νυχτερινή εκπαίδευση, 4 ώρες στους δρόμους σπίτι-εργασία-σχολείο-σπίτι και 8 ώρες για ύπνο και για όλες τις υπόλοιπες δραστηριότητες, δηλαδή σύγχρονοι είλωτες.
Σήμερα δεν έχουμε τον ενιαίο τύπο του νυχτερινού γυμνασίου. Τα παλιά νυχτερινά γυμνάσια αντικαταστήθηκαν από τα εσπερινά γυμνάσια και τα εσπερινά επαγγελματικά λύκεια (ΕΠΑΛ). Η συντριπτική πλειοψηφία των μαθητών της νύχτας είναι 14 έως 24 ετών. Ο συνολικός αριθμός τους ανέρχεται σε 28.000 περίπου και αποτελούν το 6% των απασχολούμενων νέων των παραπάνω ηλικιακών ομάδων. Πιο συγκεκριμένα, σήμερα λειτουργούν 120 εσπερινά γυμνάσια και λύκεια και 43 εσπερινά επαγγελματικά λύκεια. Στα γυμνάσια φοιτούν 10.000, στα λύκεια 9.000 και στα ΕΠΑΛ 9.000 μαθητές.
ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΛΑΦΑΤΗΣ